Ροδόπης, οροσειρά

Ροδόπης, οροσειρά
Μεγάλη οροσειρά της Βαλκανικής χερσονήσου. Αποτελεί προέκταση του Αίμου, με κατεύθυνση από ΒΔ στα ΝΑ και χωρίζει τις κοιλάδες των ποταμών Έβρου και Νέστου. Οι κορυφές Ρίλος (υψόμ. 2.673 μ.) και Μουσαλά (υψόμ. 2.925 μ.) ενώνουν τη Ρ. με τον Αίμο. Οι ψηλότερες κορυφές της Ρ. βρίσκονται στα Βουλγαρικά εδάφη, ενώ οι κορυφές των ελληνικών εδαφών είναι πολύ χαμηλότερες. Η ψηλότερη ελληνική κορυφή έχει υψόμετρο 1.800 μ. Η οροσειρά της Ρ. διακρίνεται σε δυτική, κεντρική και ανατολική ή απλά δυτική και ανατολική. Η αποκλειστικά ελληνική Ρ. πρέπει να θεωρηθεί ότι αρχίζει στα ΒΑ του συγκροτήματος Φαλακρού και του μέσου ρου του Νέστου και καταλήγει στον νομό Έβρου, κοντά στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Ανάμεσα από τις βουνοπλαγιές της Ρ. περνούν αρτηρίες που ενώνουν την Ελλάδα με τη Βουλγαρία. Οι αρτηρίες αυτές είναι σπουδαίας στρατηγικής σημασίας. Γεωλογικά η οροσειρά αποτελείται από γνεύσιο, που διασχίζεται από γρανιτικούς πυρήνες και τραχειτικές μάζες. Έχει πολλά οροπέδια και πυκνότατα δάση. Στην αρχαιότητα τη θεωρούσαν ως τη σπουδαιότερη της Θράκης, εκεί, μάλιστα οι Βάκχες τελούσαν τα όργια της λατρείας του Διονύσου. Στο τέλος των αυτοκρατορικών χρόνων, Ρ. ονόμαζαν και την επαρχία της θρακικής διοίκησης, που απλωνόταν ανάμεσα στην ομώνυμη οροσειρά και το Αιγαίο Πέλαγος. Στον Μεσαίωνα, εξαιτίας των πολλών μοναστηριών, που υπήρχαν εκεί, η οροσειρά της Ρ. ονομάστηκε από τους Τούρκους «Δεσπότ-Δαγ» (Δεσποτοβούνι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κούλας, οροσειρά — Οροσειρά (1.827 μ.) της Θράκης, με ψηλότερη κορυφή το Γυφτόκαστρο, μέρος του ορεινού όγκου της δυτικής Ροδόπης, στα όρια των νομών Ξάνθης και Δράμας, στα σύνορα με τη Βουλγαρία …   Dictionary of Greek

  • Βουλγαρία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Β με τη Ρουμανία, στα Δ με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία (ΒΔ) και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΝΔ), στα Ν με την Ελλάδα και την Τουρκία, ενώ Α βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • Θράκη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ότι ήταν κόρη του Ωκεανού και της Παρθενόπης, αδελφή της Ευρώπης. Η Θ. ονομαζόταν Τιτανίς από τον Στέφανο τον Βυζάντιο, ο οποίος απέδιδε την καταγωγή της στον Ωκεανό. Σύμφωνα με τη μυθολογία, απέκτησε τον Βίθυ από …   Dictionary of Greek

  • Ξάνθης, νομός — Διοικητική διαίρεση της Θράκης. Καλύπτει το δυτικό τμήμα της. Συνορεύει στα Δ με τους νομούς Καβάλας και Δράμας, στα Β με τη Βουλγαρία και στα Α με τον νομό Ροδόπης, ενώ στα Ν βρέχεται από το θρακικό πέλαγος. Έχει έκταση 1793 τ. χλμ. και πληθυσμό …   Dictionary of Greek

  • Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… …   Dictionary of Greek

  • Δράμας, νομός — Νομός (3.468 τ. χλμ., 103.975 κάτ.) της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Συνορεύει στα Β με τη Βουλγαρία, στα Α με τον νομό Ξάνθης, στα Ν με τον νομό Καβάλας και στα Δ με τον νομό Σερρών. Από τη συνολική της έκταση 402 τ. χλμ. είναι… …   Dictionary of Greek

  • Ίσμαρος — I Όρος (678 μ.) στο νότιο τμήμα του νομού Ροδόπης, κοντά στον νομό Έβρου. Έχει περίπου κάθετη κατεύθυνση προς την οροσειρά της Ροδόπης και καταλήγει σε ηφαιστειακούς λόφους. II Αρχαία πόλη στα παράλια της Θράκης. Σύμφωνα με τον Όμηρο, την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”